Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου 2009

Μάο Τσετούνγκ - Να βελτιώσουμε το στυλ δουλειάς του κόμματος

Λόγος που εκφωνήθηκε στα εγκαίνια της Κεντρικής Κομματικής Σχολής το Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας, την 1 Φεβρουαρίου 1942. Αντιγραφή από ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ, 1975 σε μετάφραση Γιάννη Χοντζέα.

Η Κομματική Σχολή αρχίζει το έργο της. Θα μου επιτρέψετε να σας ευχηθώ κάθε επιτυχία.
Θα ήθελα να συζητούσαμε μαζί σχετικά με το στυλ δουλειάς στο Κόμμα μας.
Γιατί πρέπει να υπάρχει ένα επαναστατικό κόμμα; Πρέπει να υπάρχει ένα επαναστατικό κόμμα γιατί υπάρχουν στον κόσμο εχθροί του λαού και ο λαός θέλει να αποτινάξει το ζυγό της καταπίεσής τους. Στην εποχή του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού χρειαζόμαστε ένα επαναστατικό κόμμα σαν το Κομμουνιστικό Κόμμα. Χωρίς ένα επαναστατικό κόμμα όπως το Κομμουνιστικό Κόμμα θα ήταν εντελώς αδύνατο για το λαό να αποτινάξει το ζυγό της καταπίεσης των εχθρών του. Εμείς οι κομμουνιστές έχουμε σαν καθήκον να καθοδηγήσουμε το λαό για να ανατρέψει τους εχθρούς του και γι’ αυτό πρέπει να έχουμε σταθερές τις γραμμές μας, να είναι σταθερό το βήμα μας, οι δυνάμεις μας αξιόμαχες και τα όπλα μας ακονισμένα. Αν δεν τα εξασφαλίσουμε όλα αυτά δεν θα μπορέσουμε να νικήσουμε τους εχθρούς μας.
Υπάρχουν τώρα προβλήματα μπροστά στο κόμμα μας; Η γενική γραμμή του κόμματός μας είναι ορθή και από την έποψη αυτή δεν υπάρχει πρόβλημα, και το κόμμα ακόμα έχει να παρουσιάσει επιτυχίες. Οι γραμμές του αριθμούν εκατοντάδες χιλιάδες μέλη που καθοδηγούν θαρραλέα το λαό στον αγώνα εναντίον του εχθρού, μέσα από πρωτάκουστες δυσκολίες. Αυτό είναι ένα αναμφισβήτητο γεγονός.
Υπάρχουν δυσκολίες μπροστά στο κόμμα μας; Κατά τη γνώμη μου υπάρχουν, αν και από μια γενική άποψη τα πράγματα βρίσκονται σε καλό σημείο. Υπάρχει μια σοβαρή αδυναμία.
Ποια είναι αυτή; Η αδυναμία αυτή βρίσκεται στο γεγονός πως πολλοί σύντροφοί μας έχουν ορισμένες ιδέες που δεν είναι ορθές, είναι εντελώς εσφαλμένες.
Αυτές εκδηλώνονται στον τρόπο που καταπιάνονται με τη μελέτη, στις σχέσεις μέσα στο κόμμα και έξω από το κόμμα και στον τρόπο χρησιμοποίησης της γλώσσας. Το πρώτο αναφέρεται στο λάθος του υποκειμενισμού, το δεύτερο στο λάθος του σεκταρισμού και το τρίτο στο λάθος του «κομματικού οκταμερούς δοκιμίου»(2).
Όλα τα λάθη αυτά, δεν διαπερνούν τώρα ολόκληρο το κόμμα μας, όπως ο βοριάς το χειμώνα που περνάει από όλες τις χαραμάδες. Από πολύ καιρό έπαψαν τα λάθη αυτά να κυριαρχούν σε μας, έπαψαν να αποτελούν τον ισχυρότερο άνεμο, αλλά έχουμε τώρα μερικά ρεύματα αυτού του μολυσμένου αέρα που διεισδύουν μέσα από τις χαραμάδες των αντιαεροπορικών καταφυγίων (γέλια). Εντούτοις, αυτά τα ρεύματα υπάρχουν ακόμα μέσα στο κόμμα μας. Οφείλουμε να κλείσουμε τις χαραμάδες αυτές και να διώξουμε τα ρεύματα αυτά. Ολόκληρο το κόμμα μας πρέπει αν αφοσιωθεί στην πραγματοποίηση αυτού του καθήκοντος και ιδιαίτερα η κομματική σχολή. Τα τρία αυτά λάθη, τα τρία αυτά κακά, ο υποκειμενισμός, ο σεκταρισμός, το οκταμερές κομματικό δοκίμιο έχουν τις ιστορικές τους ρίζες και παρά το γεγονός ότι δεν κυριαρχούν σήμερα στο κόμμα, εξακολουθούν να υπάρχουν, να εκδηλώνονται και γι’ αυτό οφείλουμε να τους κηρύξουμε τον πόλεμο, να τα αναλύσουμε και να δείξουμε το περιεχόμενό τους.
Αυτό είναι το καθήκον μας: Να βελτιώσουμε τον τρόπο της μελέτης μας και ν’ αντιταχθούμε στον υποκειμενισμό, να βελτιώσουμε το στυλ δουλειάς στο κόμμα μας, να αντιταχθούμε στο σεκταρισμό και να βελτιώσουμε τον τρόπο που χρησιμοποιούμε τη γλώσσα και να αντιταχθούμε στο οκταμερές κομματικό δοκίμιο.
Για να νικήσουμε, για να συντρίψουμε τους εχθρούς μας, οφείλουμε να διορθώσουμε τα λάθη στο στυλ δουλειάς του κόμματός μας. Ο τρόπος που μελετάμε και που χρησιμοποιούμε τη γλώσσα αποτελούν μέρη του στυλ δουλειάς του κόμματος ή του κομματικού στυλ. Όταν το κομματικό μας στυλ είναι ολοκληρωτικά σωστό, ολόκληρη η χώρα θα ακολουθήσει το παράδειγμά μας. Οι εξωκομματικοί που χαρακτηρίζονται από το κακό στυλ στη δουλειά τους, εφόσον είναι ειλικρινείς και τίμιοι θα ακολουθήσουν επίσης το παράδειγμά μας και θα διορθωθούν και η επιρροή μας έτσι θ’ απλωθεί σε ολόκληρο το λαό. Αν εμείς οι κομμουνιστές έχουμε καθαρές τις γραμμές μας, σταθερό το βήμα μας, αξιόμαχες τις δυνάμεις μας και ακονισμένα τα όπλα μας, θα μπορέσουμε να νικήσουμε οποιοδήποτε εχθρό, οποιαδήποτε και αν είναι η δύναμή του.
Επιτρέψτε μου να μιλήσω πρώτα για το υποκειμενισμό.
Ι υποκειμενισμός είναι ένας εσφαλμένος τρόπος που αντιμετωπίζουμε τη μελέτη, αντίθετος με το μαρξισμό – λενινισμό και ασυμβίβαστος με το Κομμουνιστικό Κόμμα. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι ο μαρξιστικός – λενινιστικός τρόπος μελέτης. Αυτό αφορά όχι μόνο τη μελέτη στις σχολές αλλά επίσης και τη μελέτη σε ολόκληρο το κόμμα. Αυτό είναι ένα πρόβλημα μεθόδου σκέψης των συντρόφων μας, που βρίσκονται σε καθοδηγητικές θέσεις, όλων των στελεχών μας και όλων των μελών μας, ένα πρόβλημα στάσης όλων των μελών μας απέναντι στο μαρξισμό – λενινισμό και απέναντι στη δουλειά μας. Πρόκειται πραγματικά για ένα ζήτημα πρωταρχικό εξαιρετικής σπουδαιότητας.
Υπάρχει ορισμένη σύγχυση ιδεών σε πολλούς ανθρώπους. Υπάρχει π.χ. σύγχυση ιδεών σχετικά με τι είναι ένας θεωρητικός, τι είναι ένας διανοούμενος ή ποια είναι η σχέση μεταξύ θεωρίας και πράξης.
Ας περάσουμε στο πρώτο ερώτημα: Το θεωρητικό επίπεδο του κόμματος μας είναι υψηλό ή χαμηλό; Εδώ και αρκετό καιρό έχουν αρχίσει να μεταφράζονται πολλά μαρξιστικά – λενινιστικά έργα και υπάρχουν επίσης πολλοί αναγνώστες. Αυτό είναι πολύ καλό σημάδι. Αλλά αυτό μας επιτρέπει να ισχυριστούμε ότι το θεωρητικό επίπεδο του κόμματος μας είναι υψηλό; Είναι αλήθεια ότι είναι πιο ανεβασμένο από άλλοτε. Αλλά η σύνδεση της θεωρητικής μας δουλειάς με το πλούσιο και ποικίλο περιεχόμενο του επαναστατικού κινήματος της Κίνας δείχνει πως η θεωρητική μας δουλειά βρίσκεται πολύ πίσω και αποκαλύπτει την εξαιρετική μας καθυστέρηση στο θεωρητικό αγώνα. Για να μιλήσουμε γενικά, η θεωρητική μας δουλειά βρίσκεται πολλά βήματα πίσω από την επαναστατική μας πρακτική, δεν συμβαδίζει μ’ αυτήν. Την πρακτική μας με την ποικιλία του πλούτου της οφείλομε να την ανεβάσουμε σε ανάλογο θεωρητικό επίπεδο. Δεν έχουμε απασχοληθεί με όλα τα προβλήματα ή τουλάχιστον τα σπουδαιότερα που σχετίζονται με την επαναστατική πρακτική, ώστε με την επεξεργασία της να τα ανυψώσουμε στο αναγκαίο ύψος μιας θεωρητικής γενίκευσης. Ας σκεφθούμε: υπάρχουν πολλοί που να έχουν επεξεργασθεί θεωρητικά προβλήματα σχετικά με την οικονομία, την πολιτική, τη στρατιωτική τέχνη ή τον πολιτισμό της Κίνας, κατά τρόπο που να μπορεί να θεωρηθεί σαν εξειδικευμένος και συστηματικός, και όχι χοντροκομμένος και αποσπασματικός; Ειδικά στο πεδίο της οικονομικής θεωρίας για την 100ετία της ανάπτυξης του καπιταλισμού στην Κίνα, από τον πόλεμο του Οπίου, δεν υπάρχει ούτε μια εργασία που να είναι πραγματικά επιστημονική και που να μπορεί να εξηγεί τη σημερινή οικονομική ανάπτυξη της Κίνας. Μπορούμε να μιλάμε για μελέτη των οικονομικών προβλημάτων της Κίνας και πως το θεωρητικό μας επίπεδο είναι υψηλό; Μπορούμε να λέμε πως το κόμμα μας έχει δημιουργήσει στον τομέα της οικονομίας ικανούς και άξιους θεωρητικούς; Οπωσδήποτε όχι.
Διαβάσαμε πάρα πολλά βιβλία για το μαρξισμό – λενινισμό, αλλά μπορούμε να ισχυρισθούμε πως δημιουργήσαμε θεωρητικούς; Και πάλι όχι. Ο μαρξισμός – λενινισμός είναι η θεωρία που επεξεργάσθηκαν οι Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν και Στάλιν στη βάση πραγματικών γεγονότων, η συστηματική συνόψιση των πραγματικών γεγονότων της ιστορίας, και της επανάστασης. Αν διαβάζουμε μόνο τα έργα τους και δεν προχωρούμε στο φως της θεωρίας τους, στην μελέτη των πραγματικών γεγονότων της κινέζικης ιστορίας και επανάστασης ή δεν προσπαθούμε να εξετάσουμε θεωρητικά την πρακτική της κινέζικης επανάστασης, τότε ο ισχυρισμός μας ότι είμαστε μαρξιστές θεωρητικοί είναι ασύστατος. Αν, σαν μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας δεν βλέπουμε σωστά τα προβλήματα της Κίνας, που βρίσκονται κάτω από τη μύτη μας, αλλά μόνο θυμόμαστε ορισμένα συμπεράσματα ή αρχές των κλασικών του μαρξισμού, τότε τα αποτελέσματα της θεωρητικής μας δουλειάς είναι πραγματικά πάρα πολύ φτωχά. Αν κάποιος έχει μάθει επιμελέστατα ολόκληρους τόμους της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας και φιλοσοφίας, που απαγγέλλει με ευφράδεια αποσπάσματα από το κεφάλαιο Ι μέχρι το κεφάλαιο Χ, αλλά είναι εντελώς ανίκανος να εφαρμόσει αυτά που έχει μάθει, αυτός μπορεί να θεωρηθεί σαν μαρξιστής θεωρητικός; Όχι! Δεν μπορεί.
Τι είδους θεωρητικούς χρειαζόμαστε; Χρειαζόμαστε θεωρητικούς που βασισμένοι στη μαρξιστική – λενινιστική μέθοδο, να μπορούν να ερμηνεύουν ορθά τα προβλήματα της ιστορίας και της επανάστασης και να μπορούν να φωτίζουν επιστημονικά τα οικονομικά, πολιτικά, στρατιωτικά και πολιτιστικά προβλήματα της Κίνας. Τέτοιους θεωρητικούς χρειαζόμαστε. Αν ένας σύντροφος επιθυμεί να γίνει θεωρητικός αυτού του είδους, οφείλει να αφομοιώσει πραγματικά την ουσία του μαρξισμού – λενινισμού, την μαρξιστική – λενινιστική θέση και μέθοδο και τη θεωρία του Λένιν και του Στάλιν για την αποικιακή επανάσταση και την κινέζικη επανάσταση και να μάθει οπλισμένος με όλα’ αυτά να προχωρεί σε μια διεισδυτική και επιστημονική ανάλυση των προβλημάτων της Κίνας όπως και στην ανεύρεση των νόμων της ανάπτυξής τους. Μόνο τέτοιου είδους θεωρητικούς χρειαζόμαστε πραγματικά.
Το κομματικό κέντρο πήρε μια απόφαση με την οποία καλεί όλους τους συντρόφους να μάθουν να εφαρμόζουν τη μαρξιστική – λενινιστική θεωρία και μέθοδο στη μελέτη της κινέζικης ιστορίας, των οικονομικών, πολιτικών, στρατιωτικών και πολιτιστικών προβλημάτων της Κίνας, στην ανάλυση κάθε συγκεκριμένου προβλήματος στη βάση της συσσώρευσης του απαραίτητου υλικού και στην εξαγωγή θεωρητικών συμπερασμάτων. Το καθήκον αυτό οφείλουμε να το αναλάβουμε.
Οι σύντροφοι της σχολής δεν πρέπει ποτέ να αντιμετωπίζουν τη μαρξιστική θεωρία σαν άψυχο δόγμα. Οφείλετε να αφομοιώσετε τη μαρξιστική θεωρία και να μάθετε να την εφαρμόζετε. Αν μπορέσετε να εφαρμόζετε τη μαρξιστική – λενινιστική διδασκαλία στο φώτισμα αυτού ή εκείνου του πρακτικού προβλήματος, θα είσαστε αξιέπαινοι. Όσο περισσότερα προβλήματα μπορέσετε να φωτίσετε, όσο περισσότερο επεκτείνετε σε πλάτος και σε βάθος την έρευνά σας, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η επίδοσή σας. Ο κανόνας που θα πρέπει να καθιερώσουμε στην Κομματική Σχολή είναι να βαθμολογείται ή να αξιολογείται ο σπουδαστής με βάση σε ποιο βαθμό αντιλαμβάνεται τα προβλήματα της Κίνας με βάση τη μελέτη του μαρξισμού – λενινισμού, σε ποιο βαθμό αντιμετωπίζει αυτά τα προβλήματα κι αν ο τρόπος της αντιμετώπισής τους είναι ορθός.
Ας περάσουμε τώρα στο πρόβλημα των διανοούμενων. Οι διανοούμενοι είναι ιδιαίτερα αγαπητοί στην Κίνα, που είναι μια μισοαποικιακή, μισοφεουδαρχική χώρα με καθυστερημένο πολιτιστικό επίπεδο. Εδώ και δύο χρόνια το κομματικό κέντρο πήρε μια απόφαση σχετικά με το πρόβλημα των διανοούμενων, με την οποία μας καλούσε να καταχτήσουμε την πλειοψηφία των διανοούμενων και να υποδεχθούμε όπως πρέπει όλους όσοι είναι επαναστάτες και όλους όσους θέλουν να πάρουν μέρος στην Αντίσταση κατά της Ιαπωνίας. Κάνουμε πολύ σωστά που εκτιμάμε έτσι τους διανοούμενους, γιατί χωρίς επαναστάτες διανοούμενους η επανάσταση δεν μπορεί να επιτύχει. Αλλά, όπως ξέρουμε όλοι, υπάρχουν όχι λίγοι απ’ αυτούς που κάνουν επίδειξη των γνώσεών τους, παίρνουν σπουδαίο ύφος και δεν αντιλαμβάνονται ότι μια τέτοια ματαιοδοξία είναι αρρωστημένη και πως αυτή στέκεται εμπόδιο και στη δική τους πρόοδο. Οφείλουν να μάθουν την αλήθεια πως πολλοί αυτο-αποκαλούμενοι διανοούμενοι έχουν πολύ μεγαλύτερη άγνοια από τους εργάτες και τους αγρότες, πως ξέρουν πολύ λιγότερα από αυτούς. Μερικοί θα μου πουν: «Χα! Αναποδογυρίζεις τα πράγματα, φέρνεις τα πάνω κάτω και λες παραλογισμούς». (Γέλια). Αλλά σύντροφοι, αφήστε τα γέλια υπάρχει πολύ αλήθεια σ’ αυτά ακριβώς που είπα.
Τι είναι η γνώση; Από τότε που υπάρχει η ταξική κοινωνία υπάρχουν στον κόσμο δύο μόνο τομείς γνώσης: εκείνος που σχετίζεται με τον αγώνα για την παραγωγή κι εκείνος που σχετίζεται ε την ταξική πάλη. Οι φυσικές και οι κοινωνικές επιστήμες αποτελούν την αποκρυστάλλωση αυτών των δύο τομέων της γνώσης και η φιλοσοφία αποτελεί τη γενίκευση και συνόψιση και των δύο τομέων. Υπάρχει άλλος τομέας γνώσης; Όχι. Ας εξετάσουμε τώρα μερικούς διανοούμενους που σπουδάζουν σε σχολές ολοκληρωτικά ξεκομμένοι από την πρακτική δραστηριότητα της κοινωνίας. Τι ξέρουν αυτοί οι άνθρωποι; Αφού τελείωσαν το σχολείο της κατώτερης εκπαίδευσης, συνέχισαν τις σπουδές τους μέχρι και το πανεπιστήμιο, πήραν το δίπλωμά τους και βλέπουν τους εαυτούς τους γεμάτους από γνώσεις. Αλλά όλα αυτά που απέκτησαν είναι βιβλιακές γνώσεις, δεν έχουν πάρει καθόλου μέρος σε καμιά πρακτική δραστηριότητα ούτε έχουν εφαρμόσει τις γνώσεις τους σε οποιοδήποτε πεδίο της κοινωνικής ζωής. Μπορεί να τους θεωρήσει κανείς σαν ολοκληρωτικά ανεπτυγμένους διανοούμενους; Μάλλον όχι, γιατί οι γνώσεις τους δεν είναι ολοκληρωμένες.
Ποια είναι η σχετικά ολοκληρωμένη γνώση; Η σχετικά ολοκληρωμένη γνώση περιέχει δύο στάδια: το πρώτο είναι της αισθητηριακής γνώσης και το δεύτερο της ορθολογικής γνώσης. Η γνώση που αποχτιέται στο δεύτερο στάδιο είναι η ανάπτυξη της γνώσης που αποχτήθηκε στο πρώτο στάδιο, που ανυψώνεται σε ένα ανώτερο επίπεδο. Το αποτελούν οι γνώσεις που αποχτήθηκαν από τα βιβλία; Αν δεχθούμε πως όλο το περιεχόμενο τους αντιπροσωπεύει «πραγματικές γνώσεις», αυτό δεν αποτελεί γνώση που αποχτήθηκε από την προσωπική πείρα, αλλά μόνο θεωρίες που τις έχουν επεξεργασθεί οι πρόγονοί μας συνοψίζοντας την πείρα τους στην πάλη για την παραγωγή και στην ταξική πάλη. Είναι απολύτως αναγκαίο να μελετάμε αυτού του είδους τις γνώσεις, αλλά πρέπει να αντιλαμβανόμαστε ότι οι γνώσεις αυτές είναι υπό ορισμένη έννοια μονόπλευρες γνώσεις που τις έχουν επαληθεύσει άλλοι και όχι εμείς οι ίδιοι. Το σπουδαιότερο πράγμα είναι να είμαστε σε θέση να εφαρμόζουμε τις γνώσεις αυτές στη ζωή και στην πράξη. Γι’ αυτό, συμβουλεύω αυτούς που έχουν μόνο βιβλιακές γνώσεις αλλά ελάχιστη ή καθόλου πρακτική πείρα, να ξεπεράσουν αυτή την ανεπάρκεια τους και να γίνουν περισσότερο μετριόφρονες.
Πως μπορούμε όσοι είμαστε διανοούμενοι που έχουμε μόνο βιβλιακές γνώσεις, να γίνουμε πραγματικοί διανοούμενοι; Ο μόνος τρόπος είναι να πάρουμε μέρος στην πρακτική δουλειά έτσι που να γίνουμε άνθρωποι που εργαζόμαστε πρακτικά, και να προχωρήσουμε στη θεωρητική δουλειά μελετώντας σημαντικά πρακτικά προβλήματα. Αυτός είναι ο τρόπος για να μπορέσουμε να φτάσουμε στον σκοπό μας.
Αυτά που λέω, μπορεί να κάνουν μερικούς να αγανακτούν. Μπορεί να λένε: «Σύμφωνα με τα λεγόμενά σου, ο Καρλ Μαρξ δεν μπορεί να θεωρείται διανοούμενος». Θα απαντούσα πως κάνουν λάθος. Ο Μαρξ όχι μόνον πήρε μέρος πρακτικά στο επαναστατικό κίνημα, αλλά επίσης δημιούργησε και επαναστατικές θεωρίες. Αρχίζοντας από το εμπόρευμα, τον πιο στοιχειώδη παράγοντα του καπιταλισμού, προχώρησε σε ολοκληρωμένη και συστηματική μελέτη της οικονομικής διάρθρωσης της καπιταλιστικής κοινωνίας. Εκατομμύρια και εκατομμύρια άνθρωποι έβλεπαν καθημερινά αυτό το πράγμα που λέγεται εμπόρευμα, το χρησιμοποιούσαν αλλά δεν έδειχναν την πραγματική προσοχή στο τι αντιπροσωπεύει. Μόνο ο Μαρξ το εξέτασε επιστημονικά, προχώρησε σε μια εκτεταμένη μελέτη της ανάπτυξής του και διατύπωσε μια θεωρία με παγκόσμια σημασία. Μελέτησε τη φύση, την ιστορία και την προλεταριακή επανάσταση, δημιούργησε τον διαλεκτικό υλισμό, τον ιστορικό υλισμό και τη θεωρία της προλεταριακής επανάστασης. Έτσι ο Μαρξ έγινε ένας ολοκληρωμένος διανοούμενος, εκφραστής της πιο ανθρώπινης σοφίας, εντελώς διαφορετικός από τους διανοούμενους με τις βιβλιακές γνώσεις. Ο Μαρξ έκανε λεπτομερειακή έρευνα και ανάλυση μέσα στην πρακτική πάλη, διατύπωσε μια σειρά συμπεράσματα και επαλήθευσε αυτά τα συμπεράσματα του στην πορεία της πρακτικής πάλης. Τέτοια θεωρητική εργασία πρέπει να αναλαμβάνουμε: Υπάρχουν στο κόμμα μας πολλοί σύντροφοι που μπορούν να αναλάβουν να κάνουν θεωρητική δουλειά. Υπάρχει στο κόμμα μας ένας μεγάλος αριθμός συντρόφων που μπορούν να μάθουν να κάνουν θεωρητικές έρευνες και οι περισσότεροι από τους διανοούμενους αυτούς είναι άνθρωποι που δίνουν ελπίδες και που αξίζουν την εκτίμησή μας. Αλλά οφείλουν να ακολουθήσουν την ορθή κατεύθυνση και να μην επαναλάβουν τα λάθη του παρελθόντος. Οφείλουν να απορρίψουν το δογματισμό και να μην περιορίζουν την προσοχή τους στις λέξεις και στις φράσεις των βιβλίων που διαβάζουν.
Στον κόσμο υπάρχει μόνο μια αληθινή θεωρία, εκείνη που έχει βγει από την αντικειμενική πραγματικότητα και έχει επαληθευτεί από την αντικειμενική πραγματικότητα, καμιά άλλη δεν μπορεί να διεκδικήσει το όνομα της θεωρίας με την έννοια που δίνουμε εμείς στη λέξη αυτή. Ο Στάλιν έχει πει πως η θεωρία γίνεται άσκοπη αν δεν συνδέεται με την πράξη . Οι άσκοπες θεωρίες είναι ανώφελες, εσφαλμένες και πρέπει να απορρίπτονται. Όλοι αυτοί που είναι υπέρ τέτοιων θεωριών, πρέπει να γίνουν δαχτυλοδειχτούμενοι. Ο μαρξισμός – λενινισμός είναι η πιο ορθή, η πιο επιστημονική και η πιο επαναστατική αλήθεια που βγήκε και επαληθεύθηκε από την αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά πολλοί απ’ αυτούς που τον μελετούν τον αντιμετωπίζουν σαν αποστεωμένο δόγμα. Η τέτοια στάση τους εμποδίζει την ανάπτυξη της θεωρίας και ζημιώνει τους ίδιους τους συντρόφους μας (3).
Από την άλλη πλευρά, ορισμένοι σύντροφοι που διεξάγουν πρακτική δουλειά εμπιστεύονται υπέρμετρα στην πείρα τους. Οι σύντροφοι αυτοί έχουν μεγάλη εμπιστοσύνη στην πείρα που είναι πραγματικά πλούσια, αλλά είναι πολύ επικίνδυνο αν παραμείνουν μόνο με αυτήν. Οι γνώσεις τους αυτές είναι αισθητηριακές γνώσεις, δεν είναι ορθολογικές και συστηματικές γνώσεις, με άλλα λόγια δεν είναι ολοκληρωμένες γνώσεις. Η επαναστατική δουλειά δεν μπορεί να γίνει χωρίς να κατέχουμε ολοκληρωμένες γνώσεις.
Υπάρχουν δύο είδη ελλιπών γνώσεων: εκείνες που αποχτάμε από τα βιβλία και οι αισθητηριακές γνώσεις. Και οι δύο είναι ελλιπείς γιατί ο χαρακτήρας τους είναι μονόπλευρος. Μόνο με το συνδυασμό τους θα μπορέσουμε να αποχτήσουμε επαρκείς και ολοκληρωμένες γνώσεις.
Ωστόσο, για να μελετήσουμε τη θεωρία, τα στελέχη μας που προέρχονται από την εργατική τάξη και την αγροτιά, οφείλουν προηγούμενα να αποκτήσουν ορισμένες στοιχειώδεις γνώσεις. Αλλιώτικα δεν θα μπορέσουν να αφομοιώσουν τη μαρξιστική – λενινιστική θεωρία. Όταν αποκτήσουν αυτές τις στοιχειώδεις γνώσεις, θα μπορέσουν να μελετήσουν τη θεωρία. Όταν ήμουν νέος, δεν είχα την ευκαιρία να φοιτήσω σε καμιά μαρξιστική - λενινιστική σχολή και μάθαινα μόνο ανοησίες του είδους: «Ο Κύριος λέγει: Πόσο ευχάριστο είναι να μαθαίνεις και να ασκείσαι πρακτικά σ’ αυτό που έχεις μάθει» (4). Αν κι αυτές οι ανοησίες είναι εντελώς άχρηστες σαν υλικό διδασκαλίας, εντούτοις εμένα μου έκαναν καλό, γιατί μ’ αυτές έμαθα να διαβάζω και να γράφω. Τώρα δεν μελετάμε τον Κομφούκιο αλλά μελετάμε την κινέζικη γλώσσα, την κινέζικη ιστορία, τη γεωγραφία και στοιχεία φυσικών επιστημών, που είναι χρήσιμες γνώσεις οπουδήποτε κι αν βρίσκεται κανείς. Το κομματικό κέντρο υπογραμμίζει με επιμονή πως τα εργατικά και αγροτικά στελέχη μας οφείλουν να αποχτήσουν στοιχειώδεις γνώσεις σαν απαραίτητη προϋπόθεση για οποιονδήποτε κλάδο μελέτης, είτε πρόκειται για την πολιτική επιστήμη, είτε για την στρατιωτική ή οικονομική επιστήμη. Στην αντίθετη περίπτωση, τα στελέχη όσο πλούσια και πολύμορφη πείρα κι αν διαθέτουν δεν θα μπορέσουν ποτέ να επιδοθούν στη μελέτη της θεωρίας.
Επομένως, όταν αντιτασσόμαστε στον υποκειμενισμό που υπάρχει σ’ αυτές τις δύο κατηγορίες συντρόφων μας, οφείλουμε να τους βοηθήσουμε να διορθώσουν τις σχετικές ελλείψεις τους και να συνδυάσουν τη μία πλευρά που έχουν αναπτύξει με την άλλη πλευρά που είναι ανεπαρκής. Αυτοί που κατέχουν βιβλιακές γνώσεις οφείλουν να στραφούν στην πραχτική δουλειά για να μην πήξουν στις γνώσεις που παίρνουν από τα βιβλία και να αποφύγουν να πέσουν στο δογματισμό. Ως προς αυτούς που κατέχουν την πείρα της πρακτικής δουλειάς, οφείλουν να μελετήσουν για να ανεβούν θεωρητικά και να δουλέψουν σοβαρά πάνω στα βιβλία. Μόνο έτσι θα μπορέσουν να συστηματοποιήσουν την πείρα τους, να την συνθέσουν και να την υψώσουν στο επίπεδο της θεωρίας και μόνο έτσι δεν θα εκλαμβάνουν την περιορισμένη πείρα τους σαν μια γενική αλήθεια και θα μπορέσουν να αποφύγουν να πέσουν στο δογματισμό. Ο δογματισμός και ο εμπειρισμός είναι δυό μορφές του υποκειμενισμού αν και η καθεμιά από τις δυό αποτελεί ένα ξεχωριστό πόλο.
Έτσι υπάρχουν στο κόμμα μας δυό μορφές υποκειμενισμού – ο δογματισμός και ο εμπειρισμός. Εκείνοι που κυριαρχούνται από το δογματισμό όπως και εκείνοι που κυριαρχούνται από τον εμπειρισμό δεν βλέπουν παρά τη μία άποψη των φαινομένων και όχι όλο το φαινόμενο. Αν δεν το προσέξουμε αυτό και αποτύχουμε να ξεπεράσουμε την αδυναμία της μονόπλευρης θεώρησης των φαινομένων, θα γλιστρήσουμε στον αχαλίνωτο υποκειμενισμό.
Ωστόσο, από τις μορφές του υποκειμενισμού, σήμερα, ο μεγαλύτερος κίνδυνος για το κόμμα μας είναι ο δογματισμός. Οι δογματιστές μπορούν εύκολα να παραστήσουν τους μεγαλόστομους μαρξιστές, να καταχτήσουν τα στελέχη της εργατικής τάξης και της αγροτιάς όπως και την άπειρη νεολαία και να τους μπλέξουν στα δίχτυα τους. Αν νικήσουμε το δογματισμό, τα στελέχη που διαθέτουν βιβλιακές γνώσεις με ευχαρίστηση θα πάρουν μέρος στην πρακτική δουλειά και θα επιδοθούν στη μελέτη της πραγματικότητας, και τότε θα αναπηδήσουν πολλοί εξαίρετοι αγωνιστές που θα συνδυάζουν τη θεωρία με τη πρακτική πείρα, θα δημιουργήσουμε έναν ικανοποιητικό αριθμό πραγματικών θεωρητικών. Αν μπορέσουμε να νικήσουμε το δογματισμό, οι σύντροφοι που έχουν την πείρα της πρακτικής δουλειάς θα αποκτήσουν εξαίρετους δασκάλους έτσι ώστε να μπορέσουν να ανεβάσουν την πείρα τους στο επίπεδο της θεωρίας και να πάψουν να πέφτουν στο λάθος του εμπειρισμού.
Εκτός από τη σύγχυση ιδεών που υπάρχει σχετικά με τους θεωρητικούς και τους διανοούμενους υπάρχει επίσης σύγχυση ιδεών σε πολλούς συντρόφους σχετικά με τη σύνδεση θεωρίας και πράξης. Μιλάνε για τη σύνδεση αυτή κάθε μέρα, αλλά στην πράξη δεν κάνουν τίποτα, γι’ αυτό και ουσιαστικά οι προσπάθειές τους καταλήγουν στο αν απομονώνουν κάθε μέρα τη θεωρία από την πράξη. Πως θα μπορέσουμε, λοιπόν, να ενώσουμε τη μαρξιστική – λενινιστική θεωρία με τη πρακτική της κινέζικης επανάστασης; Θα μπορούσαμε να το εξηγήσουμε με τη γνωστή έκφραση: να ρίχνουμε το βέλος στο στόχο. Το βέλος είναι ο μαρξισμός – λενινισμός και ο στόχος η κινέζικη επανάσταση. Ωστόσο, ορισμένοι σύντροφοι, ρίχνουν το βέλος τους στην τύχη, χωρίς να έχουν καθορισμένο στόχο: ξεχνούν ότι όταν χτυπάει κανείς πρέπει να έχει έναν στόχο: οι σύντροφοι αυτοί μπορούν εύκολα να κάνουν ζημιά στην επανάσταση. Άλλοι σύντροφοι αρέσκονται στο να κρατάνε το βέλος στα χέρια τους και να το θαυμάζουν: «Τι εξαίσιο βέλος! Τι θαυμάσιο βέλος!...», αλλά δεν θέλουν ποτέ να το ρίξουν. Οι σύντροφοι αυτοί είναι θαυμάσιοι εμπειρογνώμονες αξιοπερίεργων πραγμάτων, αλλά ουσιαστικά δεν κάνουν τίποτα για την επανάσταση. Οφείλουμε το βέλος του μαρξισμού – λενινισμού να το κατευθύνουμε στο στόχο της κινέζικης επανάστασης. Αν δεν μπορέσουμε να ξεκαθαρίσουμε το ζήτημα αυτό, το θεωρητικό επίπεδο του κόμματός μας δεν θα ανέβει ποτέ και η κινέζικη επανάσταση δεν θα μπορέσει ποτέ να θριαμβεύσει.
Οι σύντροφοί μας πρέπει να καταλάβουν ότι ο μαρξισμός – λενινισμός τον οποίο μελετάμε, δεν είναι ούτε κόσμημα, ούτε μαγικό μυστικό, αλλά είναι η επιστήμη που θα οδηγήσει την επαναστατική υπόθεση του προλεταριάτου στη νίκη. Και τώρα ακόμα, υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που θεωρούν ορισμένες παραγράφους των μαρξιστικών – λενινιστικών έργων σαν ένα είδος πανάκειας, την οποία όποιος την αποκτήσει μπορεί χρησιμοποιώντας την να θεραπεύσει όλες τις αρρώστιες με τη μεγαλύτερη ευκολία. Όλα αυτά αφορούν ανθρώπους που κατέχονται από καθαρή παιδαριώδη άγνοια, και οφείλουμε να τους διαφωτίσουμε. Αυτοί που κατέχονται από μια τέτοια άγνοια θεωρούν ακόμα το μαρξισμό – λενινισμό σαν θρησκευτικό δόγμα. Οφείλουμε να τους πούμε καθαρά: Το δόγμα σας δεν χρησιμεύει σε τίποτα. Ο Μαρξ, ο Ένγκελς, ο Λένιν και ο Στάλιν το έχουν επαναλάβει πολλές φορές πως η θεωρία τους δεν είναι δόγμα αλλά καθοδήγηση για δράση. Αλλά παρ’ όλα αυτά, σαν να το κάνουν σκόπιμα ξεχνάνε αυτή τη θέση που έχει τεράστια σημασία. Οι Κινέζοι κομμουνιστές θα μπορούν να ισχυρισθούν ότι ενώνουν τη θεωρία με την πράξη μόνο όταν θα αφομοιώσουν τη μαρξιστική – λενινιστική θέση και μέθοδο των Λένιν και Στάλιν σχετικά με την κινέζικη επανάσταση, και όταν μπορέσουν να προωθήσουν ακόμα περισσότερο τη μελέτη της κινέζικης ιστορίας και της επαναστατικής πρακτικής, να διατυπώσουν θεωρίες που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της Κίνας. Το να μιλάμε μόνο για την ανάγκη της ένωσης της θεωρίας και της πράξης χωρίς να κάνουμε βήματα προς τα εμπρός, σημαίνει πως δεν προωθούμε την υπόθεσή μας, πράγμα που συνέβηκε παρ’ όλα τα συνεχή λόγια στα εκατό τελευταία χρόνια. Παλεύοντας εναντίον της υποκειμενικής μονόπλευρης θεώρησης της πραγματικότητας, οφείλουμε να συντρίψουμε τον υποκειμενισμό και το δογματισμό με τη μονόπλευρη άποψή του.
Αυτά για σήμερα σχετικά με τον αγώνα εναντίον του υποκειμενισμού και για τη διόρθωση των λαθών που διαπράχθηκαν σε ότι αφορά τον τρόπο μελέτης στο κόμμα μας. Θα περάσω τώρα στο πρόβλημα του σεκταρισμού.
Είναι ευχάριστο το γεγονός ότι στα είκοσι χρόνια που υπάρχει το κόμμα μας, ο σεκταρισμός δεν κυριάρχησε για μεγάλο χρονικό διάστημα σ΄ αυτό. Υπάρχουν, ωστόσο, υπολείμματα σεκταρισμού, που εκδηλώνονται στο εσωτερικό του κόμματος, αλλά και στις εξωτερικές σχέσεις του. Οι σεκταριστικές τάσεις στις εσωτερικές σχέσεις οδηγούν αποκλειστικά στην αντιπαράθεση μερικών ομάδων μελών απέναντι σε άλλες, υπονομεύοντας έτσι την εσωκομματική ενότητα και αλληλεγγύη, όπως οι σεχταριστικές τάσεις στις εξωτερικές σχέσεις οδηγούν αποκλειστικά στην αντιπαράθεση των μελών του κόμματος απέναντι στους μη κομμουνιστές, υπονομεύοντας έτσι το καθήκον του Κόμματος για την ένωση ολόκληρου του λαού μας. Μόνο με το ξερίζωμα αυτών των δύο κακών θα μπορέσει το κόμμα να προχωρήσει ανεμπόδιστα στην πραγματοποίηση των μεγάλων καθηκόντων του της ενότητας όλων των μελών του κόμματός μας και όλου του λαού της χώρας μας.
Ποια είναι τα υπολείμματα του σεκταρισμού μέσα στο κόμμα μας; Κυρίως τα ακόλουθα:
Πρώτο ο ινσουμπορτιναιτισμός. Μερικοί σύντροφοι βλέπουν μόνο τα μερικά συμφέροντα και όχι τα γενικά συμφέροντα, και πάντοτε επιθυμούν να υποτάσσουν το σύνολο στο μέρος με την υπερεκτίμηση της σημασίας της δουλειάς που έχουν αναλάβει την ευθύνη της. Δεν κατανοούν το σύστημα του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού στο κόμμα και ξεχνούν ότι για το κομμουνιστικό κόμμα δεν είναι αναγκαία μόνο η δημοκρατία, αλλά επίσης και πολύ περισσότερο και ο συγκεντρωτισμός. Ξεχνούν πως ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός απαιτεί να υποτάσσεται η μειοψηφία στην πλειοψηφία, οι κατώτερες οργανώσεις στις ανώτερες, το μέρος στο σύνολο και ολόκληρο το Κόμμα στην κεντρική Επιτροπή. Ο Τσανγκ Κούο – Τάο (5), για παράδειγμα, αρνήθηκε να υποταχθεί στην Κεντρική Επιτροπή και κατέληξε να προδώσει το Κόμμα και να γίνει πράκτορας του Κουόμιτανγκ. Παρ’ όλο που σήμερα ο σεχταρισμός δεν αποτελεί τόσο σοβαρό πρόβλημα όσο άλλοτε, οφείλουμε να έχουμε ανοιχτό το μέτωπο εναντίον του και να ξεριζώσουμε κάθε τι που παραβλάφτει την ενότητα του κόμματος.
Οφείλουμε να καλλιεργήσουμε τη συνήθεια να κυριαρχεί σε όλες μας τις ενέργειες το συμφέρον του συνόλου. Η δραστηριότητα κάθε οργάνου ή τμήματος και οι ενέργειες κάθε μέλους οφείλουν να υποτάσσονται στα συμφέροντα ολόκληρου του κόμματος. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να ανεχόμαστε την παραβίαση αυτής της αρχής.
Εκείνοι που κατέχονται από το ινσουμπορντιναιτιστικό πνεύμα, συνήθως βλέπουν τα πράγματα από την άποψη του ατόμου που το θέτουν πάνω απ’ όλα και συχνά αντιμετωπίζουν εσφαλμένα τις σχέσεις ανάμεσα στο άτομο – μέλος του κόμματος και στο μέλος. Στα λόγια επιδείχνουν μεγάλο σεβασμό για το κόμμα, αλλά στην πραγματικότητα βάζουν τον εαυτό τους στην πρώτη γραμμή και το κόμμα στη δεύτερη. Ο σύντροφος Λιού Σάο – Σι υπογράμμισε κάποτε ότι ορισμένοι άνθρωποι έχουν πολύ μακριά και επιδέξια χέρια για να ενεργούν πάντοτε προς όφελός τους, χωρίς να λογαριάζουν καθόλου τα συμφέροντα των άλλων και ολόκληρου του κόμματος. «Αυτό το δικό μου είναι δικό μου και το δικό σου είναι δικό μου» (γέλια). Γιατί τα κάνουν όλα αυτά; Επιζητούν τη φήμη, τη θέση και θέλουν να τους δοξάζουν. Όταν τους ανατεθεί μια οποιαδήποτε δουλειά, εκδηλώνουν αμέσως το ινσουμπορντιναιτιστικό τους πνεύμα. Φέρονται με ευγένεια σ’ αυτούς, κακομεταχειρίζονται τους άλλους, καταφεύγουν στις καυχησιολογίες, στις κολακείες, στον προσεταιρισμό ανθρώπων, μπάζοντας έτσι στο κομμουνιστικό κόμμα τα χαμερπή χαρακτηριστικά των αστικών πολιτικών κομμάτων. Οι άνθρωποι αυτοί είναι θύματα της ανεντιμότητάς τους. Πιστεύω πως οφείλουμε να είμαστε τίμιοι και ευθείς στη στάση μας απέναντι στους άλλους στη δουλειά μας, γιατί χωρίς την τιμιότητα και την ευθύτητα δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα στον κόσμο. Ποιοι είναι τίμιοι άνθρωποι; Ο Μαρξ, ο Ένγκελς, ο Λένιν και ο Στάλιν. Να, αυτοί είναι τίμιοι άνθρωποι και σοφοί. Ποιοι είναι οι ανέντιμοι; Ο Τρότσκυ, ο Μπουχάριν, ο Τσε Του – Σιεού και ο Τσανγκ Κούο - Τάο˙ οι άνθρωποι χωρίς την παραμικρή εντιμότητα. Και επίσης όλοι αυτοί που έγιναν ινσουμπορντιναιτιστές και υποτάσσουν τα πάντα στα προσωπικά, εγωιστικά τους συμφέροντα. Αυτοί που θεωρούν τον εαυτό τους, ότι κατέχει το δώρο της ατσιδωσύνης, που αρνούνται να υιοθετήσουν μια επιστημονική στάση στη δουλειά τους, είναι πραγματικά ανόητοι και θα ‘χουν κακό τέλος˙ εντούτοις ευχαριστιούνται να θεωρούν τους εαυτούς τους πανούργους και πάντοτε φροντίζουν για να ικανοποιούν τις δικές τους ιδιοτροπίες. Οι σπουδαστές της Σχολής μας οφείλουν να προσέξουν αυτό το πρόβλημα. Οφείλουμε να χτίσουμε ένα συγκεντρωτικό και ενιαίο κόμμα και να ξεριζώσουμε ολοκληρωτικά τη διαλυτική φραξιονιστική πάλη. Για να προχωρήσουμε μπροστά στον αγώνα για τον κοινό μας σκοπό, οφείλουμε να αντιταχθούμε στον ατομικισμό και στο σεκταρισμό.
Τα τοπικά στελέχη και τα στελέχη που έρχονται από άλλες περιοχές οφείλουν να ενωθούν και να αντιταχθούν στο σεκταρισμό. Επειδή πολλές αντιγιαπωνέζικες βάσεις εγκαθιδρύθηκαν μόνο μετά την άφιξη των μονάδων της 8ης Εκστρατευτικής Στρατιάς και της 4ης Νέας Στρατιάς, και η δουλειά φούντωσε μόνο μετά την άφιξη στελεχών από άλλες περιοχές, οφείλουμε να δώσουμε μεγάλη προσοχή στις σχέσεις ανάμεσα στα τοπικά στελέχη και στα στελέχη που προέρχονται από άλλες περιοχές. Κάτω από τις συνθήκες αυτές οι σύντροφοί μας οφείλουν να καταλάβουν πως οι βάσεις μας δεν είναι δυνατόν να σταθεροποιηθούν παρά μόνο αν μπορέσει το κόμμα μας να ριζώσει εκεί, αν επιτευχθεί η πιο στενή ενότητα ανάμεσα σε όλα τα στελέχη και αν προωθηθούν και αναδειχθούν σε υπεύθυνες θέσεις τοπικά στελέχη˙ στην αντίθετη περίπτωση θα είναι απολύτως αδύνατο. Το καθένα από όλα τα στελέχη έχει και τις δυνατές του πλευρές και τις αδύνατες και το καθένα μπορεί να αναπτυχθεί παραπέρα μόνο με την υπερνίκηση των αδύνατων πλευρών του παίρνοντας σαν παράδειγμα τις καλές πλευρές των άλλων και αξιοποιώντας τη βοήθειά τους. Σε σύγκριση με τα τοπικά στελέχη, τα στελέχη που προέρχονται από τις άλλες περιοχές γνωρίζουν λιγότερο καλά τις τοπικές συνθήκες και έχουν λιγότερη σύνδεση με το λαό της περιοχής. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, τη δική μου περίπτωση. Βρίσκομαι στο βόρειο Σενσί πέντε ή έξι χρόνια, αλλά σε σχέση με τα τοπικά στελέχη γνωρίζω πολύ λιγότερο τις τοπικές συνθήκες και έχω πολύ λιγότερη επαφή με το λαό της περιοχής. Οι σύντροφοί μας που πηγαίνουν στο Σανσί, στο Χοπέι, στο Σαντούνγκ και σε άλλες αντιγιαπωνέζικες βάσεις, οφείλουν να τα έχουν υπόψη τους όλα αυτά.
Επιπλέον, σε μια και την αυτή βάση η ανάπτυξη των διαφόρων τμημάτων δεν γίνεται ταυτόχρονα, εμφανίζονται νέα στελέχη δίπλα στα παλιότερα στελέχη. Στα τμήματα που αναπτύσσονται υπάρχουν στελέχη που έχουν σταλεί για βοήθεια από άλλα προτωπόρα τμήματα, και που θεωρούνται κι αυτά σαν στελέχη που προέρχονται από άλλες περιοχές˙τα στελέχη αυτά οφείλουν να δώσουν μεγάλη προσοχή στη βοήθεια προς τα τοπικά στελέχη.
Για να μιλήσουμε γενικά, εκεί που υπάρχουν στελέχη από άλλες περιοχές και βρίσκονται στην καθοδήγηση και τα τοπικά στελέχη δεν βρίσκονται σε καλές σχέσεις μαζί τους, τα στελέχη που προέρχονται από άλλες περιοχές πρέπει να θεωρηθούν ότι ευθύνονται. Η ευθύνη γίνεται μεγαλύτερη για τους συντρόφους που είναι επικεφαλείς. Η προσοχή που δίνεται μέχρι τώρα σ’ αυτό το πρόβλημα σε πολλές περιοχές είναι ανεπαρκής˙ορισμένα στελέχη που προέρχονται από άλλα μέρη χλευάζουν τα τοπικά στελέχη˙ λένε περιφρονητικά:
«Τι ξέρουν τα τοπικά στελέχη; Να στριφογυρίζουν δεξιά και αριστερά».
Οι άνθρωποι αυτοί έχουν πλήρη άγνοια για τη σημασία των τοπικών στελεχών, δεν βλέπουν τις θετικές τους πλευρές και καταλήγουν στο λάθος του σεκταρισμού. Όλα τα στελέχη που προέρχονται από τις άλλες περιοχές οφείλουν να ενδιαφέρονται για τα τοπικά στελέχη και να τα βοηθάνε συνεχώς και δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να τα χλευάζουν και να τα περιφρονούν˙ να τους συμπεριφέρονται με ύφος ανώτερου προς τον κατώτερο. Βέβαια, τα τοπικά στελέχη οφείλουν από την πλευρά τους να διδάσκονται επίσης από τις καλές πλευρές των στελεχών που προέρχονται από άλλες περιοχές και να ξεριζώσουν από μέσα τους κάθε στενή άποψη και να ενωθούν στενά με τα στελέχη από τις άλλες περιοχές και να γίνουν σαν ένα αδιαίρετο σύνολο μ’ αυτά, και γι’ αυτό να αποφύγουν να πέσουν στο σεκταρισμό.
Τα ίδια ισχύουν για τις σχέσεις ανάμεσα στα στρατιωτικά και στα πολιτικά στελέχη. Οφείλουν να ενωθούν στενά και να αντιταχθούν στο σεκταρισμό. Τα στρατιωτικά στελέχη οφείλουν να βοηθούν τα πολιτικά στελέχη, όπως και να βοηθούνται από αυτά. Όταν προκύπτουν διαφορές μεταξύ τους, οφείλουν να τις συζητούν με ευθύτητα και να προχωρούν στην αναγκαία αυτοκριτική.
Για να μιλήσουμε γενικά, στις περιοχές όπου τα στρατιωτικά στελέχη αποτελούν ουσιαστικά την καθοδήγηση και τα πολιτικά στελέχη δεν βρίσκονται σε καλές σχέσεις μαζί τους, την ευθύνη την έχουν τα στρατιωτικά στελέχη. Μόνο όταν τα στρατιωτικά στελέχη συναισθανθούν την ευθύνη τους και πάψουν να φέρονται με απαράδεκτο τρόπο απέναντι στα πολιτικά στελέχη, θα γίνει δυνατό να δημιουργηθούν οι καλύτερες συνθήκες για την εκπλήρωση των πολεμικών καθηκόντων μας και την πραγματοποίηση ενός δημιουργικού προγράμματος στις βάσεις αντίστασης.
Το ίδιο ισχύει επίσης για τις σχέσεις ανάμεσα στις ένοπλες δυνάμεις, διαφόρων περιοχών και διαφόρων τμημάτων. Οφείλουμε να αντιταχθούμε στις τάσεις «ανεξαρτησίας» και τις άλλες σεκταριστικές τάσεις που παίρνουν υπόψη τους μόνο το συμφέρον του τμήματος ή της μονάδας εις βάρος των συμφερόντων των άλλων. Η υιοθέτηση τέτοιων τάσεων σημαίνει το χάσιμο της κομμουνιστικής φυσιογνωμίας˙ οι τάσεις αυτές εκδηλώνονται με την άρνηση για βοήθεια σε στελέχη και σε μαχητές, με την αποστολή των χειρότερων μαχητών όταν στέλνεται «βοήθεια», ο τρόπος ενέργειας που ζημιώνει τα συμφέροντα των γειτονικών μονάδων ή τμημάτων κλπ. οι άνθρωποι που κυριαρχούνται από το πνεύμα αυτό αδιαφορούν για τα συμφέροντα του συνόλου, αρνούνται να επιδείξουν ενδιαφέρον για τις άλλες περιοχές έξω από τη δική τους, για τις άλλες μονάδες έξω από τη δική τους μονάδα, και τέλος απέναντι στους άλλους ανθρώπους. Οφείλουμε να πολλαπλασιάσουμε τις προσπάθειές μας για να διαπαιδαγωγήσουμε τους ανθρώπους αυτούς για να καταλάβουν πως οι πράξεις τους αποτελούν καθαρά σεκταριστικές τάσεις που αν αναπτυχθούν μπορούν να γίνουν ένας μεγάλος κίνδυνος.
Υπάρχει ένα άλλο πρόβλημα: το πρόβλημα των σχέσεων ανάμεσα στα παλιά και τα νέα στελέχη. Με τη σημαντική αύξηση που πήρε το Κόμμα μας στην Αντίσταση, δημιουργήθηκαν πολλά νέα στελέχη˙ αυτό είναι ένα πολύ καλό πράγμα. Στην Έκθεση στο 18ο συνέδριο του κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης, ο σύντροφος Στάλιν λέει: «Υπάρχουν αρκετά παλιά στελέχη αλλά όχι τόσα όσα έχουμε ανάγκη και απ’ αυτά ένα μέρος τους εγκαταλείπει τις γραμμές του Κόμματος κάτω από την επενέργεια των νόμων της φύσης» (6). Εδώ ο Στάλιν μιλάει για μια κατάσταση σχετική με τα παλιά στελέχη όπως και για τους νόμους της φύσης. Αν δεν υπάρξει ένας ευρύτερος αριθμός από νέα μέλη και στελέχη που να βρίσκονται σε τέλεια συνεργασία με τα παλιά στελέχη, η δουλειά μας θα σταματήσει στα μισά του δρόμου. Γι’ αυτό, τα παλιά στελέχη μας, οφείλουν να χαιρετίζουν τον ερχομό των νέων στελεχών και να επιδείχνουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον γι’ αυτά. Είναι αλήθεια, πως τα νέα στελέχη με τη μικρή τους ιστορία στην επανάσταση και την απειρία τους, έχουν ορισμένα ελαττώματα και σε μερικά και σε μερικά απ’ αυτά υπάρχουν επιβιώσεις της ιδεολογίας της παλιάς κοινωνίας και εκδηλώσεις μικροαστικού ατομικισμού. Αλλά τα ελαττώματα αυτά μπορούν να εξαλειφθούν βαθμιαία με την συνεχή διαπαιδαγωγική δουλειά και το επαναστατικό ατσάλωμα. Η αξία των νέων στελεχών, όπως υπογραμμίζει ο Στάλιν, είναι πως έχουν την αίσθηση του καινούργιου και ξεχειλίζουν από ενθουσιασμό και δραστηριότητα – ιδιότητες ακριβώς που λείπουν από τα παλιά στελέχη (7). Τα στελέχη παλιά και νέα, οφείλουν να αναπτύσσουν τον αμοιβαίο σεβασμό, να διδάσκονται αμοιβαία, να μεταβιβάζουν αμοιβαία τις αρετές τους, να παίρνουν τα θετικά και να απορρίπτουν τα αρνητικά, να αποτελούν ένα σφιχτά ενωμένο σύνολο στη δουλειά για την κοινή υπόθεση και να αντιτάσσονται σε κάθε εκδήλωση σεκταρισμού. Για να μιλήσουμε γενικά, όπου υπάρχουν παλιά στελέχη στην καθοδήγηση και τα νέα στελέχη δεν βρίσκονται σε καλές σχέσεις μαζί τους την ευθύνη την έχουν τα παλιά στελέχη.
Οι σχέσεις που αναφέραμε – ανάμεσα στο μέρος και στο σύνολο, ανάμεσα στο άτομο και στο Κόμμα, ανάμεσα στα τοπικά στελέχη και στα στελέχη που προέρχονται από άλλες περιοχές, ανάμεσα στα στρατιωτικά και στα πολιτικά στελέχη, ανάμεσα στις διάφορες στρατιωτικές μονάδες, τμήματα και περιοχές και ανάμεσα στα παλιά και στα νέα στελέχη – αποτελούν τις σχέσεις στο εσωτερικό του Κόμματος. Όλοι τις σχέσεις αυτές οφείλουμε να τις διευθετούμε στη βάση του πνεύματος των αρχών του κομμουνισμού, με ανοιχτό το μέτωπο στο σεχταρισμό έτσι ώστε να έχουμε καθαρές τις γραμμές μας, σταθερό το βήμα μας και να δυναμώνει η μαχητική μας ικανότητα. Αυτό είναι ένα πρόβλημα πολύ μεγάλης σημασίας, ένα πρόβλημα που αφορά την ανάγκη να βελτιώσουμε στο στυλ δουλειάς στο Κόμμα μας, πράγμα που πρέπει να το κάνουμε οπωσδήποτε. Ο σεχταρισμός είναι μια εκδήλωση υποκειμενισμού στον οργανωτικό τομέα, και εάν θέλουμε να ξεριζώσουμε τον υποκειμενισμό και να ανεβάσουμε το πνεύμα του μαρξισμού – λενινισμού, το πνεύμα της αναζήτησης της αλήθειας μέσα από τα γεγονότα, οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε όλες τις επιβιώσεις του σεχταρισμού στις σχέσεις στο εσωτερικό του Κόμματος και να στεκόμαστε πάντα στην αρχή πως τα προσωπικά και τα μερικά συμφέροντα υποτάσσονται στα συμφέροντα του Κόμματος˙ τότε θα μπορέσουμε να διασφαλίσουμε την ενότητα και τη συνοχή των γραμμών του.
Οι επιβιώσεις του σεχταρισμού στις εξωτερικές σχέσεις του Κόμματος πρέπει να εξαλειφθούν, όπως και εκείνες στο εσωτερικό του Κόμματος. Όπως είναι αναγκαίο, για να επιτύχουμε τη νίκη εναντίον του εχθρού, να ενωθούν όλα τα μέλη του Κόμματος και το Κόμμα μας να γίνει σαν ένας άνθρωπος, έτσι είναι αναγκαίο να ενωθεί ολόκληρος ο λαός μας. Είκοσι χρόνια το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας, δουλεύει για να επιτύχει την ένωση όλου του λαού μας και παρά τις τεράστιες δυσκολίες, έκανε μεγάλα βήματα προς τα εμπρός, ειδικά από τότε που άρχισε ο Πόλεμος Αντίστασης. Αυτό σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει, πως όλοι οι σύντροφοι δουλεύουν σωστά μέσα στις μάζες και πως έχουν απαλλαγεί από το σεχταρισμό. Όχι. Υπάρχουν τέτοιες εκδηλώσεις ακόμα σε πολλούς συντρόφους μας και σε ορισμένες περιπτώσεις σε σοβαρότατη μορφή. Πολλοί σύντροφοί μας αρέσκονται να φέρονται στους ανθρώπους που δεν ανήκουν στο Κόμμα με περιφρόνηση˙ δεν τους συμπεριφέρονται με σεβασμό και δεν εκτιμούν τις αρετές τους. Αυτή η στάση είναι ακριβώς μια χαρακτηριστική σεχταριστική στάση. Έχοντας διαβάσει οι σύντροφοι αυτοί μερικά μαρξιστικά βιβλία, δεν έγιναν περισσότερο μετριόφρονες, αλλά αντίθετα έγιναν πιο απαζονικοί˙ ισχυρίζονται ότι οι άλλοι δεν έχουν μάθει τίποτε, κι ούτε μπορούν να καταλάβουν τίποτε, αλλά οι ίδιοι δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι έγιναν ημιμαθείς.
Οι σύντροφοί μας οφείλουν να βάλουν βαθιά στο μυαλό τους αυτή την αλήθεια: Το Κόμμα μας πάντοτε θα είναι μια μειοψηφία σε σχέση με τον υπόλοιπο λαό. Ας υποθέσουμε πως αναλογεί στην Κίνα ένας Κομμουνιστής στα εκατό άτομα˙ τότε στα 450.000.000 κινέζους πρέπει να αντιστοιχούν 4.500.000 κομμουνιστές. Κι αν ακόμα φθάσει η αριθμητική δύναμη του Κόμματός μας σ’ αυτό τον αριθμό, και τότε το ποσοστό των κομμουνιστών δεν θα ξεπερνάει το 1% ενώ το υπόλοιπο 99% του πληθυσμού δεν θα είναι κομμουνιστές. Όταν έχουν έτσι τα πράγματα, μπορούμε να αρνηθούμε τη συνεργασία με ανθρώπους που δεν ανήκουν στο Κόμμα μας;
Έχουμε καθήκον να συνεργασθούμε με όλους εκείνους που θέλουν να συνεργασθούν μαζί μας και δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να τους αποκλείουμε. Αλλά υπάρχουν μέλη μας που δεν το κατανοούν αυτό και περιφρονούν ή απορρίπτουν τον καθένα που θέλει να συνεργασθεί μαζί μας. Υπάρχουν μάλιστα περιπτώσεις που έφθασαν μέχρι το σημείο να διώξουν τέτοιους ανθρώπους. Μας έχουν διδάξει έτσι ο Μαρξ, ο Ένγκελς, ο Λένιν και ο Στάλιν; Όχι. Το αντίθετο, πάντοτε μας υποδείχνουν την ανάγκη να συνδεόμαστε στενά με το λαό και να μην απομονωνόμαστε ποτέ απ’ αυτόν. Μας υποδείχνει παρόμοιο τρόπο ενέργειας η Κεντρική επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας; Όχι. Δεν υπάρχει κανένα σημείο, στις αποφάσεις της που να λέει ότι μπορούμε να ξεκόβουμε από το λαό και να πέφτουμε στην απομόνωση. Αντίθετα, το Κομματικό κέντρο μας καλεί πάντοτε να αναπτύσσουμε τους δεσμούς μας με το λαό και να μην ξεκόβουμε ποτέ απ’ αυτόν. Οποιαδήποτε ενέργεια που μας απομονώνει από το λαό είναι πάντοτε αδικαιολόγητη και είναι απλούστατα αποτέλεσμα των σεχταριστικών αντιλήψεων που υπάρχουν σε ορισμένους συντρόφους μας. Αφού ο σεχταρισμός εξακολουθεί να εκδηλώνεται σε σοβαρή μορφή σε ορισμένους συντρόφους μας και να υπονομεύει την εφαρμογή της γραμμής του Κόμματος, οφείλουμε να ανοίξουμε μια μεγάλη εκστρατεία διαπαιδαγώγησης μέσα στο Κόμμα που να κατευθύνεται εναντίον του. Πρώτα απ’ όλα, οφείλουμε να δώσουμε να καταλάβουν τα στελέχη μας πόσο σοβαρό είναι το πρόβλημα, και πως θα είναι εντελώς αδύνατο να νικήσουμε τους εχθρούς μας και να φθάσουμε στον επαναστατικό μας σκοπό αν οι κομμουνιστές δεν ενωθούν με τα εξωκομματικά στελέχη και το λαό.
Κάθε σεχταριστική αντίληψη είναι διαποτισμένη από τον υποκειμενισμό και είναι ασυμβίβαστη με τις πραγματικές ανάγκες της επανάστασης, και γι’ αυτό ο αγώνας εναντίον του υποκειμενισμού και ο αγώνας εναντίον του σεχταρισμού πρέπει να διεξάγεται ταυτόχρονα.
Για ότι αφορά το «κομματικό οκταμερές δοκίμιο», δεν υπάρχει ο χρόνος για να ασχοληθούμε μ’ αυτό σήμερα και θα συζητήσουμε γι’ αυτό σε άλλη ευκαιρία. Το «κομματικό οκταμερές δοκίμιο» που είναι ένα δοχείο γεμάτο από κάθε είδους ακαθαρσίες και φαυλότητες, και αποτελεί την «εκλεκτή» μορφή έκφρασης του υποκειμενισμού και του σεχταρισμού, βλάφτει το λαό και ζημιώνει την επανάσταση και γι’ αυτό οφείλουμε να το ξεριζώσουμε ολοκληρωτικά.
Μαζί με τον αγώνα εναντίον του υποκειμενισμού οφείλουμε να προπαγανδίζουμε τον υλισμό και τη διαλεκτική. Ωστόσο, υπάρχουν στο κόμμα μας πολλοί σύντροφοι που δεν δίνουν την απαιτούμενη προσοχή στο καθήκον αυτό. Υπάρχουν επίσης άλλοι που παρακολουθούν ατάραχοι την διάδοση του υποκειμενισμού. Οι σύντροφοι αυτοί θεωρούνται πως κατέχουν το μαρξισμό, αλλά δεν κάνουν καμιά προσπάθεια να προπαγανδίσουν το ματεριαλισμό και δεν εκφράζουν ποτέ καμιά άποψη όταν μπροστά στα μάτια τους γίνεται προφορική ή γραφτή προπαγάνδιση του υποκειμενισμού. Η στάση αυτή δεν είναι στάση ενός κομμουνιστή. Κατά συνέπεια, απ’ αυτό αποδείχνεται πως πολλοί από τους συντρόφους μας, έχουν ποτιστεί από το δηλητήριο του υποκειμενισμού, που τους ρίχνει στην αδράνεια και στην απάθεια. Γι’ αυτό οφείλουμε να ανοίξουμε μια εκστρατεία μεγάλης έκτασης στο Κόμμα για να απελευθερώσουμε το μυαλό πολλών συντρόφων μας, από την υποδούλωση του υποκειμενισμού και του δογματισμού και να καλέσουμε όλα τα μέλη του Κόμματος σε εξόρμηση για να μποϋκοτάρουμε τον υποκειμενισμό, το σεχταρισμό και το «κομματικό οκταμερές δοκίμιο». Τα πράγματα αυτά μοιάζουν πολύ με τα γιαπωνέζικα προϊόντα˙ μόνο ο εχθρός μας μπορεί να ενδιαφέρεται για τη διατήρησή τους, για να μας αποναρκώνει μ’ αυτά˙ αλλά γι’ αυτό πρέπει να υποστηρίζουμε το μποϊκοτάρισμα τους όπως το κάνουμε για τα γιαπωνέζικα προϊόντα. Οφείλουμε να μποϋκοτάρουμε τον υποκειμενισμό, το σεκταρισμό και το «κομματικό οκταμερές δοκίμιο» για να εμποδίσουμε τη διάθεση των προϊόντων αυτών στην αγορά μας, για να τα εμποδίσουμε να βρουν αγοραστές ποντάροντας στο χαμηλό θεωρητικό επίπεδο του Κόμματός μας. Προς το σκοπό αυτό, οι σύντροφοι μας οφείλουν να αναπτύξουν την οξυδέρκεια τους˙ να οξύνουν την όσφρησή τους για να καθορίζουν αν ένα προϊόν είναι καλό ή κακό και να αποφασίζουν ανάλογα με την περίπτωση αν πρέπει να το δεχθούν ή να το μποϋκοτάρουν. Οι κομμουνιστές οφείλουν πάντοτε να εξετάζουν την προέλευση και το σκοπό και τη χρησιμότητα οποιουδήποτε πράγματος και να κρίνουν παίρνοντας υπόψη όλες του τις πλευρές, για το αν το πράγμα ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και στην αλήθεια˙ σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να ακολουθούνε τυφλά τους άλλους και να συμφωνούν κατά τον ίδιο τρόπο με τη γνώμη οποιουδήποτε.
Για να τελειώνουμε˙ στην πάλη μας εναντίον του υποκειμενισμού, του σεκταρισμού και του «κομματικού οκταμερούς δοκιμίου», οφείλουμε και πρέπει να τηρούμε απαρέγκλιτα δυό αρχές: Πρώτο: «να επιπλήττουμε για τα λάθη που έγιναν στο παρελθόν για να τα αποφεύγουμε στο μέλλον» και δεύτερο: «να θεραπεύσουμε την αρρώστια για να σώσουμε τον άρρωστο». Οφείλουμε να φέρνουμε στο φως όλα τα λάθη του παρελθόντος, να τα αναλύουμε και να τα κριτικάρουμε με επιστημονικό τρόπο με σκοπό να αποτρέψουμε την επανάληψή τους στο μέλλον, να βελτιώσουμε τη δουλειά μας, να γίνουμε καλλίτεροι στο μέλλον. Αυτό είναι το νόημα της πρώτης αρχής «να επιπλήττουμε για τα λάθη του παρελθόντος για να τα αποφεύγουμε στο μέλλον». Αλλά αποκαλύπτοντας τα λάθη και κριτικάροντας τις αδυναμίες, οφείλουμε να ενεργούμε για να επιτύχουμε το σκοπό που επιδιώκει ο γιατρός, δηλαδή που προσπαθεί να θεραπεύσει τον άρρωστο από την αρρώστια του όχι για να τον πεθάνει αλλά για να τον σώσει. Όταν ένας άνθρωπος υποφέρει από σκωληκοειδίτη, ο γιατρός αφαιρεί τη σκωληκοειδή απόφυση και σώζει τον άρρωστο. Όλοι όσοι έχουν διαπράξει λάθη και δεν αρνούνται να θεραπευθούν και δεν επιμένουν στα λάθη τους σε σημείο που να εμποδίζουν τη θεραπεία είναι για μας καλοδεχούμενοι. Θα χαρούμε, αν εκδηλώσουν την επιθυμία, τίμια και ειλικρινά, να γιατρευτούν και να γίνουν καλοί σύντροφοι. Η βοήθειά μας θα τους δοθεί. Για να εκπληρώσουμε το καθήκον αυτό με επιτυχία, οφείλουμε να μην υποχωρούμε σε στιγμιαίες παρορμήσεις και να χτυπούμε ανελέητα. Η θεραπεία στις ιδεολογικές και πολιτικές ασθένειες δεν συνίσταται στο να κόβουμε μαζί με το σάπιο κομμάτι και το υγιές μέρος, αλλά στην εφαρμογή της αρχής: «να θεραπεύσουμε την αρρώστια για να σώσουμε τον άρρωστο»˙ αυτή είναι η μόνη κατάλληλη και αποτελεσματική μέθοδος.
Επωφελήθηκα από την ευκαιρία αυτή, της έναρξης των εργασιών της Κομματικής Σχολής και σας απασχόλησα αρκετά με την ομιλία μου˙ ελπίζω, σύντροφοι πως θα σκεφθείτε όλα όσα σας είπα. (Θερμά χειροκροτήματα).


(2) Αναφέρεται στη μορφή της δοκιμασίας στις εξετάσεις της φεουδαρχικής Κίνας από το 15ο μέχρι το 19ο αιώνα. Οι εκθέσεις αυτές γράφονταν με βάση ένα άκαμπτο πρότυπο και σε καθορισμένη έκταση. Κάθε μέρος του δοκιμίου έπρεπε να ανταποκρίνεται σ’ ένα αυστηρά καθορισμένο σχήμα και να αποτελείται από ένα ορισμένο αριθμό χαρακτήρων. Με βάση την έννοια των χαρακτήρων που αποτελούσαν τον τίτλο του θέματος έπρεπε να γράφουν ένα έργο που το περιεχόμενό του δεν είχε καμιά σημασία αλλά υπηρετούσε το από τα πριν καθορισμένο σχήμα. Εδώ, ο συγγραφέας, παρομοιάζει με το «οκταμερές δοκίμιο» τα κείμενα ορισμένων ανθρώπων του κόμματος που δεν επέβλεπαν μ’ αυτά να εκθέτουν γεγονότα και αντιλήψεις αλλά ήθελαν να κάνουν εντύπωση με τη βαριά και άσκοπη επαναστατική φρασεολογία και με βερμπαλιστικές ακροβασίες.

(3) ΣΤΑΛΙΝ: «Ζητήματα Λενινισμού.

(4) Η πρόταση αυτή είναι από τα «Κομφουκιανά Ανάλεκτα»

(5) Ο Τσανγκ Κούο – Τάο που πρόδωσε την κινέζικη επανάσταση, για μια ορισμένη περίοδο ανήκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας. Διέπραξε πολλά λάθη που τον οδήγησαν σε τερατώδη εγκλήματα. Το 1935 αντιτάχθηκε στην πορεία του Κόκκινου Στρατού προς το βορρά και εφάρμοσε το ηττοπαθές και λικβινταριστικό του σχέδιο παρασέρνοντας τις δυνάμεις του Τέταρτου Μετώπου του Κόκκινου Στρατού στις περιοχές των εθνικών μειονοτήτων στη μεθόριο του Σετσουάν και Σικάνγκ, πράγμα που επέφερε βαρύτατες απώλειες στις δυνάμεις αυτές. Ταυτόχρονα άνοιξε μέτωπο εναντίον του Κόμματος και του κομματικού κέντρου, δημιουργώντας μια ψευτο – κεντρική επιτροπή που την έθεσε κάτω από τον έλεγχό του˙ έτσι διέσπασε την ενότητα του κόμματος και του Κόκκινου Στρατού: Χάρη στην επίμονη διαπαιδαγωγική δουλειά του συντρόφου Μάο Τσε – Τουνγκ και του Κομματικού Κέντρου, οι δυνάμεις του Τέταρτου Μετώπου και τα στελέχη επανήλθαν κάτω από την ορθή καθοδήγηση του Κομματικού Κέντρου και επέδειξαν ανδρεία και ηρωισμό στους αγώνες που ακολούθησαν. Ο Τσανγκ παρέμεινε αδιόρθωτος και την άνοιξη του 1938 εγκατέλειψε τη μεθοριακή περιοχή Σενσί – Κανσού – Νιγκσία και πέρασε στη μυστική υπηρεσία του Κουόμιτανγκ.

(6)Ι. ΣΤΑΛΙΝ: «Ζητήματα Λενινισμού», Μόσχα 1953, σ.785.

(7) Ι. ΣΤΑΛΙΝ: «Ζητήματα Λενινισμού», Μόσχα 1953, σ.785

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναζήτηση

Διαβάζουμε...

Έργα Κ.Μαρξ και Φ.Ένγκελς
Έργα Β.Ι.Λένιν
Έργα Ι.Β. Στάλιν
Έργα Μάο Τσετούνγκ
Α.Γκράμσι - Η έννοια της δύναμης Α.Γκράμσι - Τα τετράδια 17 και 18
Ρ.Λούξεμπουργκ - Αφιέρωμα (+2 βιβλία)
Ν.Μπελογιάννης - Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο
E.Γκεβάρα - Πολιτική και οικονομική ανεξαρτησία
Έργα Ν. Ζαχαριάδη
PFLP: Η Παλαιστινιακή επανάσταση σε ιστορική καμπή

Αναγνώστες

Δανεικά...

Τα κείμενα, οι εικόνες και τα βίντεο έχουν βρεθεί στο διαδίκτυο. Δείτε κι αυτές τις σελίδες που έχουν αρκετό υλικό (αρκετά έχει "κλέψει" και η Μαρξιστική Αρχειοθήκη):